June 4, 2007

S K 20


Αυτή ήταν η τελευταία φορά που έκανα διακοπές με παρέα. Με την Τ. χωρίσαμε το Νοέμβριο. Το επόμενο καλοκαίρι ξεκίνησα μόνος μου. Μετά από δύο μέρες και μια στάση στη Σέριφο, φθάνω στη Φολέγανδρο, σε μια παραλία δίπλα στην Αγκάλη. Υπάρχει εκεί ένας μικρός μόλος, κάτω από ένα μικρό καφενείο, όπου βλέπω δεμένο ένα φουσκωτό και έναν τύπο με ξυρισμένο  κεφάλι σκυμμένο πίσω στη μηχανή. Ανοίγομαι, ρίχνω άγκυρα πίσω και πλησιάζω αργά το μόλο για να δέσω μπροστά, παράλληλα με το άλλο φουσκωτό. Τη στιγμή που βρίσκομαι δίπλα στο άλλο φουσκωτό, έτοιμος να πηδήξω έξω για να δέσω μπροστά, ακούω: «Τι γυρεύεις εδώ ρε φλούφλη;»

Ήταν ο Σταύρος από το κανάλι, σε άγρια κατάσταση! Με το καινούργιο του φουσκωτό. Ένα Asso, 5,70 νομίζω. Έμενε με σκηνή στην παραλία. Μαζί μ’ αυτόν και πολλοί άλλοι άνθρωποι σε σκηνές – η παραλία ήταν γεμάτη - κυρίως νέοι. Ο Σταύρος ήταν ήδη μέρες εκεί και είχε γνωρίσει αρκετό κόσμο. Ανάμεσά τους και ο Ν. Χ. με τη φίλη του και οι δύο πολύ ενδιαφέροντες άνθρωποι. Θυμάμαι πηγαίναμε με τα δύο φουσκωτά σε κάποιο σημείο, ο Σταύρος έπεφτε για ψαροντούφεκο – έλειπε ώρες – κι εμείς κάναμε υπέροχες συζητήσεις στις βάρκες. Τα βράδια τρώγαμε στην Αγκάλη τα ψάρια που ‘χε πιάσει ο Σταύρος.

Εγώ έμενα στη βάρκα. Ένα πρωί έχω ήδη κάνει την πρώτη βουτιά και φτιάχνω το καφέ μου καθισμένος στο deck. Ακούω «Καλημέρα» γυρίζω και βλέπω πίσω μεταξύ μηχανής και μπαλονιού τη Μαρία. Η φιλόλογος Μαρία, σκηνίτισσα κι αυτή. «Σου έφερα ένα αχλάδι» μου λέει. Την προσκαλώ μέσα στη βάρκα. «Είμαι γυμνή» μου λέει. «Κι εγώ δε φοράω κοστούμι» απαντώ. Γελάει και τη βοηθάω να ανέβει στη βάρκα. Της δίνω μια πετσέτα να ρίξει πάνω της και της φτιάχνω καφέ. Μέσα στη σέλλα της βάρκας υπάρχει ακόμα ένα θαλασσί λαστιχάκι με το οποίο είχε πιασμένα τα μαλλιά της η Μαρία. Με ρωτάει αν έχω σκηνή.
- Ναι.
- Και γιατί δεν μένεις στη παραλία τότε;
- Δεν ενθουσιάζομαι με την πολυκοσμία. Κι αισθάνομαι πιο άνετα στη βάρκα.
- Και που κοιμάσαι;

Της δείχνω την πλευρά της σέλας που κοιμάμαι.

- Με λίγη καλή θέληση χωρούν δύο άνθρωποι.
- Το βλέπω, μου λέει χαμογελώντας.

Δούλευε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Αφού τελειώσαμε τον καφέ, ξεκινήσαμε για μια βόλτα. Ο καιρός ήταν πολύ καλός. Καταλήξαμε στη Φυκιάδα της Σίφνου όπου μείναμε μέχρι αργά το απόγευμα. Η Μαρία ενθουσιάστηκε με το μέρος, κυρίως με το εκκλησάκι. 

Μετά από λίγες μέρες και προς μεγάλη μου λύπη, έφυγα. Έπρεπε να γυρίσω στην Αθήνα λόγω δουλειάς.





No comments:

Post a Comment

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...